Συνέντευξη στο περιοδικό Parallaxi
από την Χρυσάνθη Αρχοντίδου
Τι βασανίζει τον σύγχρονο άνθρωπο; Που οφείλεται η δραματική αύξηση βίας τα τελευταία χρόνια; Γιατί οι άνθρωποι φεύγουν ευκολότερα από τις – ερωτικές και φιλικές – σχέσεις τους σε αντίθεση με παλαιότερα; Ποιο είναι το κυριότερο πρόβλημα στις ανθρώπινες σχέσεις τη σύγχρονη εποχή; Τι σημαίνουν τα βιβλία αυτοβελτίωσης; Είναι η ψυχοθεραπεία, ταμπού;
Η συγγραφέας, κλινική ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια, Άννα Κανδαράκη, απαντά σε αυτά τα ερωτήματα στην Parallaxi, ενώ ταυτόχρονα μιλά για το βιβλίο της, “Τα χρώματα που εσείς μου μάθατε”.
Μέσα από το βιβλίο της, η ψυχολόγος, βάζει τους αναγνώστες στο γραφείο της για να παρακολουθήσουν 10 συνεδρίες με τους θεραπευμένους της. Με αφηγηματική γοητεία, μας ταξιδεύει στις ζωές των ανθρώπων της διπλανής πόρτας, με τους οποίους ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί, και μέσα από τις ιστορίες τους παίρνουμε μαθήματα ζωής.
Υπήρξε κάποια καθοριστική στιγμή που αποφασίσατε να γράψετε το βιβλίο σας “Τα χρώματα που εσείς μου μάθατε” και αν ναι, ποια ήταν αυτή; Πώς προέκυψε η συγγραφή του;
«Τριγύριζε για πολύ καιρό στο μυαλό μου ένας τρόπος για να μοιραστώ τις σκέψεις και τις εικόνες που είχα κάθε φορά που «κάποια ψυχή», όπως γράφω και σε μια ιστορία «απλωνόταν μπροστά μου σαν απάτητη βουνοπλαγιά». Δεν ήταν μια η στιγμή, ήταν πολλές γι’ αυτό και μου πήρε πάνω από δυο χρόνια για να το ολοκληρώσω. Κάθε μια λέξη τη στριφογύριζα πολλές φορές μέχρι τελικά να καταλήξω σ αυτή. Στόχος ήταν αρχικά το μοίρασμα και κυρίως το βίωμα. Θέλω όποιος διαβάσει το βιβλίο μου να νιώσει, να αισθανθεί. Αυτό άλλωστε κάνει και η ψυχοθεραπεία. Η καλή ψυχοθεραπεία γίνεται διορθωτικό βίωμα».
Πόσο εύκολο ή δύσκολο σας ήταν να επιλέξετε τις ιστορίες που συμπεριλάβατε στο βιβλίο; Τις είχατε ξεχωρίσει στο μυαλό σας από την αρχή;
«Ήταν ιστορίες που με είχαν συγκινήσει, που με είχαν ακουμπήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και μένα. Είτε θετικά είτε αρνητικά, γιατί όπως θα διαβάσει κάποιος υπάρχουν και δύσκολές ιστορίες που δεν έχουν απαραίτητα το χαρούμενο τέλος που βλέπουμε σε χολιγουντιανές ταινίες. Μ’ ενδιέφερε όμως, όσο μπορούσα, να αγγίξω και δυναμικά και σχέσεις και μοτίβα που βλέπω να επαναλαμβάνονται συχνά στους ανθρώπους που συναντώ. Πως νιώθει μια στερημένη κόρη ,ένας γιος που έχει θυμό για τον πατέρα του, ένα κορίτσι που ερωτεύεται χωρίς ανταπόκριση , ένα ζευγάρι που πρωτοβιώνει τη γονεϊκότητα, πως νιώθει ο καθένας μας όταν έχει να σηκώσει μια πρόωρη βαριά απώλεια».
«Ήθελα, όπως κάνω και στη δουλειά μου, με σεβασμό και ταπεινότητα να αγκαλιάσω και να ξεμπλέξω τα μπλεγμένα κουβάρια που έχουμε όλοι μέσα μας»
Πώς βλέπετε την αύξηση ενδιαφέροντος του κόσμου για τα βιβλία αυτοβελτίωσης; Από πού πιστεύετε ότι προέρχεται και ποια είναι η δική σας γνώμη για αυτού του είδους τα βιβλία;
«Τι σημαίνει «βιβλίο αυτοβελτίωσης»; Αν λέγεται με την έννοια ότι εμπλουτίζω τη σκέψη μου διαβάζοντας τις σκέψεις κάποιου άλλου, ότι επεξεργάζομαι πράγματα μέσα από την ανάγνωση, κάνω συνδέσεις, καταλαβαίνω περισσότερα γιατί συναντώ τον εαυτό μου σ έναν ήρωα, τότε κάθε βιβλίο έχει αυτή την ιδιότητα. Όλα τα βιβλία αυτοβελτίωσης είναι. Αν το λέμε με την έννοια της «θεραπείας».. όχι, δεν πιστεύω ότι υπάρχουν τέτοια. Δεν θεραπεύεται κανείς, ούτε αποκτά αυτοπεποίθηση διαβάζοντας βιβλία αυτοπεποίθησης, όπως δεν ταξιδεύει κοιτώντας χάρτες, όπως δεν μαθαίνει να κάνει έρωτα βλέποντας ταινίες πορνό.
Η θεραπεία θέλει εμπιστοσύνη μέσα από την έκθεση και το μοίρασμα. Η θεραπεία γίνεται μέσα από τη θεραπευτική σχέση μ ένα άλλο πρόσωπο, τον θεραπευτή σου. Δεν μπορείς να καταλάβεις εσένα, αν δεν «αποκαλυφθείς» μπροστά στα μάτια ενός άλλου. Αλλιώς είναι σα να λέμε ότι είμαι ηθοποιός χωρίς να έχω παίξει ποτέ μπροστά σε κοινό. Γίνεται; Δε γίνεται. Θεραπεία σημαίνει σχέση».
Περνώντας στα θέματα ψυχολογίας, μέσα από την εμπειρία σας στην ψυχοθεραπεία, ποιο είναι το πρωταρχικό πρόβλημα που συναντάτε στις ανθρώπινες σχέσεις της τωρινής εποχής;
«Η δυσκολία εμπιστοσύνης και τελικά η μοναξιά. Έχουμε μεγαλώσει με φόβο και κλείσιμο. Νομίζουμε ότι για ο,τι κακό μας συμβαίνει φταίνε οι απέξω. Μεγαλώνουμε τα παιδιά μας με προτάσεις όπως «κανείς δε θα σε αγαπάει όπως οι γονείς σου», και τελικά από τη μια αισθανόμαστε ότι δεν αξίζουμε να μας αγαπήσει κανείς και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο δεν εμπιστευόμαστε, γιατί φοβόμαστε την εγκατάλειψη».
Με βάση τα στατιστικά της εποχής, τα διαζύγια έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, από ότι παλαιότερα. Γιατί πιστεύετε ότι οι νέες γενιές λήγουν σχέσεις – είτε αυτές είναι ερωτικές, είτε φιλικές – πολύ ευκολότερα από ότι οι προηγούμενες;
«Στο παρελθόν οι σχέσεις βασίζονταν στην ανάγκη, η γυναίκα είχε ανάγκη τον άντρα για να της φέρει φαγητό και ο άντρας τη γυναίκα για να του μαγειρέψει και να του μεγαλώσει τα παιδιά. Σήμερα οι γυναίκες μεγαλώνουν αυτόνομες και μαθαίνουν να στέκονται στα δικά τους πόδια η σχέση βασίζεται στην επιθυμία. Και η σχέση που θα πρέπει να ποτίζει ο ένας την επιθυμία του άλλου είναι πολύ πιο δύσκολες αλλά και πολύ πιο αληθινές και ουσιαστικές. Το μαγικό είναι αυτό ακριβώς ο ένας να επιλέγει τον άλλον κάθε μέρα, προφανώς δεν είναι το επιθυμητό να διαλύουμε εύκολα μια οικογένεια που έχουμε χτίσει, αλλά είναι σίγουρα καλύτερος ένας υγιής χωρισμός από μια άρρωστη ή νεκρή σχέση».
Σχολιάστε μου την υπερβολικά έντονη αύξηση της γενικότερης βίας που επικρατεί τον τελευταίο καιρό. Μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα από που προκύπτει και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί – ή έστω να μειωθεί;
«Μητέρα κάθε μορφή βίας – έμφυλης, ανήλικης, εφηβικής παραβατικότητας, εργασιακής και σχολικής – είναι πάντα η ενδοοικογενειακή βία. Η βιβλιογραφία δείχνει ότι ο κακοποιητής έχει βιώσει , έχει εξοικειωθεί με τη βία ήδη από την παιδική του ηλικία . Και δε μιλάω μόνο για την σωματική, ψυχολογική ή λεκτική βία. Μιλάω για την κρυφή βία που συναντάμε μέσα στα σπίτια, από γονείς που δεν είναι σύντροφοι, που παραμένουν μέσα σε νεκρούς γάμους, παραιτημένες μητέρες και θυμωμένους μπαμπάδες, γονείς που εργαλειοποιούν τα παιδιά τους για να κουκουλώσουν τη δική τους ανασφάλεια. Ξέρετε πόση βία μπορεί να κρύβει μια μαμά που λέει ψέμματα στον πατέρα και το παιδί το ξέρει? Η ακόμα χειρότερα που το χρησιμοποιεί για κάλυψη? Η εικόνα ενός πατέρα που απατά τη μητέρα είναι μια τραυματική εικόνα για μια κόρη που δε ξέρει τι να την κάνει αυτή την πληροφορία. Γονείς εγκλωβισμένοι που δεν έχουν τίποτα καλό να υποσχεθούν στο αύριο στα παιδιά τους. Γιατί μη ξεχνάτε ότι το δικό μας βλέμμα στο αύριο είναι η πρώτη κληρονομία που δίνουμε στα παιδιά μας».
Πιστεύετε ότι η ψυχοθεραπεία θεωρείται ακόμα ταμπού; Τι θα λέγατε στους ανθρώπους που θέλουν να ξεκινήσουν αλλά διστάζουν;
«Έχουμε ακόμα δρόμο, αλλά υπάρχει ουσιαστική βελτίωση. Τολμάμε περισσότερο να ανοίξουμε, να μιλήσουμε και να μοιραστούμε. Τολμάμε να ζητήσουμε βοήθεια , δεν υπάρχει πιο γενναία λέξη από τη λέξη βοήθεια. Και ξέρετε, στο σήμερα, στις σύγχρονες κοινωνίες σύμφωνα με το ανθρωπιστή Rollo May, το αντίθετο του γενναίος δεν είναι ο άτολμος, αλλά ο βολεμένος. Σημασία έχει λοιπόν να τολμήσουμε τελικά την αλλαγή , το ξεβόλεμα, να μη βουλιάξουμε στο μαθημένο μας και να πιστέψουμε ότι δικαιούμαστε να ζούμε κάθε μέρα κάτι καλύτερο».