Αυτό το καλοκαίρι σαν να άργησε πολύ να έρθει, πολυπόθητος καλεσμένος που έρχεται τελευταίος και φεύγει πρώτος.
Και εμείς θέλουμε τόσο να «νιώσουμε καλοκαίρι». Και ας παλεύουμε να χωρέσουμε, σαν παραφορτωμένη βαλίτσα, την πίεση και την κούραση όλης της χρονιάς μέσα σε 10 ημέρες διακοπών.
Απο τα πιο συχνά αιτήματα που ακούω είναι το απλό αλλά σύνθετο:
« Δεν μπορώ να χαλαρώσω»..
Πληθώρα ψυχοκαθοδηγητών, πλέον κινδυνεύουν να γίνουν περισσότεροι εκείνοι που υπόσχονται βοήθεια από εκείνους που τη ζητάνε, μας γεμίζουν εμπορικά tips, προσευχές ευγνωμοσύνης και χαιρετισμούς στον ήλιο που ακόμα και αν τ ακολουθήσαμε – ακριβώς επειδή τίποτα δεν αλλάξαμε – όχι μόνο δεν νιώθουμε καλύτερα, αλλά βουλιάζουμε περισσότερο.
«Τώρα εκτός από αγχωμένος νιώθω και αποτυχημένος, βλέπω τόσους να τα καταφέρνουν, εγώ γιατί δεν μπορώ?»
Μονάχα που οι ρυθμισμένες αναπνοές , διαφραγματικές ή μη, ανάσα εσωτερική δεν προσφέρουν. Η εσωτερική ανάσα, όπως αντίστοιχα η ψυχική ισορροπία, είναι πολύ πιο βαθιά και προσωπική υπόθεση απο γενικευμένους κανόνες και αριθμημένα βήματα.
Κρύβεται σε παιδικά καλοκαίρια που δεν πρόλαβες να ζήσεις, στην ξεγνοιασιά που δε βίωσες, μπουκωμένη απο γονεϊκή αγωνία και προσδοκίες να πετύχεις – τι άραγε τόσο σημαντικό και σπουδαίο μπορεί να πετύχει ένα παιδί, πέρα απο το να είναι απλά παιδί? Υπάρχει μεγαλύτερη επιτυχία από αυτή;
Η ξεγνοιασιά είναι αποκλειστικά παιδικό προνόμιο, γεννιέται και μεγαλώνει σ αυτή την ηλικία, που όλα μοιάζουν πιθανά, που ονειρεύεσαι χωρίς να κοιμάσαι. Τα καλοκαίρια, η μέρα απλώνεται σαν αστερίας στον ήλιο και εσύ ξεχνιέσαι με τα δάχτυλα να μουλιάζουν στο θαλασσινό νερό και την καρδιά να πλημμυρίζει στιγμές και φως.
Εάν δεν έχεις στα κιτάπια σου τέτοιες εικόνες και μνήμες, να ανατρέξεις και να τις αναβιώσεις στην ενήλικη ζωή, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ. Μάταια παλεύεις χαομενος να ξεφουσκώσεις.
«Και τώρα τι; Είμαι καταδικασμένος να ζω αγχωμένος; Θα φύγει και αυτό το καλοκαίρι έτσι;»
Δε θέλω, ούτε μπορώ, να σε κατευθύνω. Μέσα σ αυτές τις γραμμές, με σεβασμό και ταπεινότητα, κινδυνεύοντας να ακουστώ και εγώ ότι υπόσχομαι εύκολες συνταγές, θα σου πω μερικές αλήθειες. Άλλες να τις πάρεις μαζί και άλλες να τις αφήσεις πίσω. Να τις ξεχάσεις όπως ένα μαγιό απλωμένο σε κάποιο μπαλκόνι, μια σαγιονάρα θαμμένη στην άμμο που μάταια τη ψάχναμε μέχρι το σούρουπο, δίχως να καταλαβαίνουμε ότι τελικά η ιστορία που πήραμε μαζί μας, ήταν πιο σημαντική απο την ύλη που αφήσαμε πίσω.
Άνοιξε τη βαλίτσα και άρχισε να βάζεις, και κυρίως να βγάζεις, για το καλοκαίρι που έρχεται και για τους χειμώνες που θα ακολουθήσουν.
Χρόνος:
Θυμήσου ό,τι πολυτιμότερο έχουμε είναι ο χρόνος μας.
«Αδυσώπητος γλύπτης των ανθρώπων».
Είναι λιγοστός, ελάχιστος. Μην τον σπαταλάς, και μην παλεύεις να τον κρατήσεις. Μάθε να τον απολαμβάνεις .
Επίλεξε που θα τον δώσεις, ποιους ανθρώπους θα δεις και ποιους όχι. Μάθε να ακούς τη σκέψη σου και κυρίως να τη διακόπτεις. Ρώτησε τον εαυτό σου: Αξίζει;
Νοσταλγία:
Η σκέψη εκπαιδευμένη σαν τη γλώσσα να πηγαίνει στο δόντι που πονάει, τρέχει πίσω. Είτε να πονέσει για ό,τι έχασε, είτε να σε μαλώσει για όσα άφησες να φύγουν. Μην το κάνεις. Το σήμερα είναι όλα όσα έχεις. Μη σε μαλώνεις για λάθος επιλογές, ήσουν σε φουρτούνα και ήθελες να περάσεις απέναντί, μη σε χτυπάς που το κλαδί που πιάστηκες είχε αγκάθια. Μάθε να χαίρεσαι όλα οσα έχεις καταφέρει και όλα όσα είσαι.
Είναι βαριά η νοσταλγία και πιάνει χώρο στη βαλίτσα του σήμερα, κράτα λίγη, ισα ίσα μια αλλαξιά για να κρατάς ζωντανή τη μνήμη.
Σύγκριση:
Άστην πίσω. Δε σε βοηθάει, είναι ύπουλη και άδικη. Ξέρω την έχεις μάθει καλά, την έχεις νιώσει στο πετσί σου από τότε που σε θυμάσαι. Τώρα, δίχως να το καταλαβαίνεις, σε πιάνεις να κοιτάς το διπλανό και να σας βάζεις δίπλα δίπλα, σαν τα πιτσιρίκια που τα στήνουν στη σειρά να δουν ποιος ψήλωσε περισσότερο. Είναι άδικο και θα βγαίνεις πάντα χαμένος. Μαζί με τα κοινωνικά δίκτυα γεμάτα χαμόγελα που ξεχειλίζουν ευτυχία οι άλλοι μοιάζουν πάντα πιο ευχαριστημένοι και πιο χαλαροί. Σταμάτα. Κανείς δε διαφημίζει στο διαδίκτυο τα ζόρια και τις αποτυχίες του- ενώ όλοι έχουν-…όπως και εσύ.
Χέρι χερι με τη σύγκριση πάει και η..
Κριτική: Μαθημένος να σε τσεκάρουν συνέχεια, έχεις μάθει να τεντώνεσαι, να παλεύεις διαρκώς. Νιώθεις ότι όλοι σε τσεκάρουν, χωρίς να καταλαβαίνεις ότι ακριβώς το ίδιο κάνεις πια και εσύ. Κοιτάς μ επιφυλακτικότητα, καμουφλαρισμένο άγχος, ότι κάποιος μπορεί να είναι καλύτερος, κάποιος πάει να σε κοροϊδέψει. Μονάχα που η κριτική παράγει μοναξιά, και να σαι πάλι μόνος, στη γωνία να μην μπορείς να χαρείς.
Δεν υπάρχουν καθολικές αλήθειες. Και σίγουρα όχι μια ευτυχία. Ας τη φτιάξει ο καθένας με τα δικά του υλικά. Βρες τα δικά σου και άσε τους άλλους να βρουν τα δικά τους. Μην κρίνεις. Δε ξέρεις. Ούτε τι ονειρεύεται, ούτε τι κουβαλάει ο άλλος.
Άδειασε την, βαλίτσα και καρδιά, και μη βάλεις ούτε ένα ζευγάρι από αυτές τις δυο. Σύγκριση και κριτική δε θα σου χρειαστούν. Πουθενά.
Ενοχές: Ίσως είναι το εθνικό μας συναίσθημα. Ύπουλες Ερινύες, ξέρουν να τρυπώνουν παντού, που δεν φέραμε καλό βαθμό, που αργήσαμε στο γραφείο και δεν είδαμε το παιδί.. πάντα υπάρχει κάτι που θα μπορούσαμε να κάνουμε καλύτερα. Την επόμενη φορά. Τώρα άδειαζε.
Τρυφερότητα: Να σου μιλάς με τρυφερότητα. Στους ατελείωτους εσωτερικούς μονολόγους του μυαλού, μη σε προσβάλεις, μη σε υποτιμάς, μη σου μιλάς άσχημα. Κάποιος σου έχει μιλήσει έτσι και εσύ το αναπαράγεις.
Γέμισε τη βαλίτσα σου με μπόλικη τρυφερότητα, σαν τα μοσχομυριστά ασπρόρουχα, δεν είναι ποτέ αρκετή. Βάλε τη σε ό,τι κάνεις. Από το πως χτενίζεις τα μαλλιά σου, τι τροφή βάζεις στο σώμα σου, τι σκέψεις στο μυαλό σου και ποιους ανθρώπους στη ζωή σου. Οι σχέσεις μας, οι άνθρωποί μας, είμαστε εμείς. Φρόντισε τους.
Για δες πως αλάφρυνε η βαλίτσα και η ψυχή σου.. κι όμως μήπως τώρα είναι πιο γεμάτη από πριν?
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Vimagazino
τον Ιούνιο’23